Το τελευταίο διάστημα έχει γίνει ιδιαίτερα γνωστό το ενέσιμο φάρμακο Ozempic που ενδείκνυται για τη θεραπεία ενηλίκων με σακχαρώδη διαβήτη, να χρησιμοποιείται και για την αντιμετώπιση ατόμων με παχυσαρκία.
Το Ozempic ενδείκνυται κατά κύριο λόγο για τον σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 που δεν ελέγχεται επαρκώς σε συνδυασμό με δίαιτα και άσκηση,
- ως μονοθεραπεία όταν η μετφορμίνη θεωρείται ακατάλληλη εξαιτίας δυσανεξίας ή αντενδείξεων
- σε συνδυασμό με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα για τη θεραπεία του διαβήτη.
Το φάρμακο αυτό ξεκίνησε να γίνεται ιδιαίτερα γνωστό από το εξωτερικό για την «επιπλέον» χρήση του (γρήγορη απώλεια βάρους). Όλα αυτά οδήγησαν στην μεγαλύτερη ζήτηση στην ελληνική αγορά για το Ozempic, στην υπερβολική συνταγογράφηση και στην εμφάνιση τεράστιας έλλειψης. Όλη αυτή η προβολή αναμένεται να στρέψει ένα μέρος των καταναλωτών στην προμήθεια του Ozempic από μη αξιόπιστες πηγές, με μεγάλο κίνδυνο για την υγεία τους.
Οι κλινικές μελέτες δείχνουν όντως σημαντική απώλεια βάρους με το Ozempic, η οποία κυμαίνεται από 3%- 14% περίπου τους πρώτους 3 μήνες συνεχής χρήσης του, και αυξάνεται κατά πολύ στους 6 μήνες. Το Ozempic έχει σημαντικά θετικά αποτελέσματα στην απώλεια βάρους, ωστόσο είναι ένα φάρμακο το οποίο χορηγείται από τον υπεύθυνο γιατρό σε συγκεκριμένα άτομα και ενέχει παρενέργειες με την άσκοπη χρήση του. Άλλωστε για την καλύτερη αντιμετώπιση του Διαβήτη συστήνεται εξατομικευμένη διατροφή και σωματική δραστηριότητα συνδυαστικά με την ενέσιμη φαρμακευτική θεραπεία.
Το τελικό αποτέλεσμα των μελετών έδειξε επίσης ότι τα άτομα αυτά δεν διατήρησαν το βάρος μακροπρόθεσμα, ακριβώς λόγω των υπολοίπων παραγόντων.
Η δραστική ουσία του Ozempic, η σεμαγλουτίδη, είναι «αγωνιστής των υποδοχέων του πεπτιδίου GLP1». Δρα με τον ίδιο τρόπο όπως το πεπτίδιο GLP-1 (μια ορμόνη που παράγεται στο έντερο) αυξάνοντας την ποσότητα της ινσουλίνης που απελευθερώνεται από το πάγκρεας μετά τη λήψη τροφής. Αυτό συντελεί στον έλεγχο των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα.
Η σεμαγλουτίδη που είναι ένα ανάλογο του GLP-1, έχει πολλαπλές δράσεις. Το GLP-1 είναι μία φυσιολογική ορμόνη με πολλαπλές δράσεις στη ρύθμιση της γλυκόζης και της όρεξης καθώς και στο καρδιαγγειακό σύστημα. Οι επιδράσεις στη γλυκόζη και την όρεξη διαμεσολαβούνται ειδικά από υποδοχείς του GLP-1 στο πάγκρεας και τον εγκέφαλο (δηλαδή το Ozempic έχει και ανορεξιογόνο δράση).
H σεμαγλουτίδη μειώνει τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα κατά τρόπο γλυκοζοεξαρτώμενο, διεγείροντας την έκκριση ινσουλίνης και μειώνοντας την έκκριση γλυκαγόνης όταν τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα είναι υψηλά. Στο μηχανισμό μείωσης των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα συμμετέχει επίσης μία μικρή καθυστέρηση της γαστρικής κένωσης κατά την πρώιμη μεταγευματική φάση, με αποτέλεσμα να νιώθει κανείς κορεσμό για περισσότερες ώρες.
Οι πιο συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες του Ozempic (μπορούν να επηρεάσουν περισσότερα από 1 στα 10 άτομα) περιλαμβάνουν διαταραχές του πεπτικού συστήματος, όπως διάρροια, έμετο και ναυτία (τάση για έμετο ή/και αφυδάτωση). Αυτές είναι ήπιας ή μέτριας σοβαρότητας και μικρής διάρκειας. Η σοβαρή επιδείνωση της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας (βλάβη στον αμφιβληστροειδή χιτώνα, τη φωτοευαίσθητη μεμβράνη στο πίσω μέρος του οφθαλμού) είναι συχνή, καθώς και η παρουσία λοιμώξεων όπως οξεία παγκρεατίτιδα κλπ.
Συνοψίζοντας, για την χορήγηση του παραπάνω φαρμάκου θα ήταν χρήσιμο να συμβουλευτείτε τον θεράποντα ιατρό σας και αν ενδιαφέρεστε για απώλεια βάρους να απευθυνθείτε σε έναν διαιτολόγο διατροφολόγο, όπου θα διερευνήσετε με τα κατάλληλα εργαλεία τις ημερήσιες ανάγκες σας, ώστε η απώλεια βάρους να συνοδεύεται από απαραίτητες αλλαγές όχι μόνο στις διατροφικές σας συνήθειες αλλά και στον τρόπο ζωής.