Ο διαβήτης τύπου 2 είναι μία κοινή πάθηση, η οποία εμφανίζεται όταν το σώμα δε μπορεί να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά την ινσουλίνη που παράγει το πάγκρεας. Η ινσουλίνη είναι μία ορμόνη που βοηθά στην αξιοποίηση του σακχάρου (γλυκόζης) από τα κύτταρα του σώματος ως πηγή ενέργειας. Στον διαβήτη τύπου 2, τα κύτταρα δεν ανταποκρίνονται φυσιολογικά, αναπτύσσοντας αντίσταση στην ινσουλίνη, με αποτέλεσμα το πάγκρεας να παράγει αυξημένες ποσότητες ινσουλίνης και το σάκχαρο του αίματος να αυξάνεται σημαντικά. Αυτήν η αύξηση λοιπόν αποτελεί και την αιτία εμφάνισης προδιαβήτη και διαβήτη τύπου 2.
Στον διαβήτη τύπου 2 τα συμπτώματα μπορεί να εκδηλώνονται ήπια και για αρκετά χρόνια και άρα να μη γίνονται αντιληπτά έγκαιρα. Έτσι, το άτομο μπορεί να εμφανίζει έντονη δίψα, αυξημένη συχνότητα ούρησης, κόπωση, μειωμένη όραση ή μη επιθυμητή απώλεια βάρους.
Ωστόσο, αποτελεί μία κατάσταση η οποία μπορεί να προληφθεί εφόσον το αυξημένο σωματικό βάρος, η μειωμένη φυσική δραστηριότητα (καθιστική ζωή) και γενετικοί παράγοντες τείνουν να επηρεάζουν τη συχνότητα εμφάνισής του. Αλλαγές στον τρόπο ζωής συμπεριλαμβανομένων της ισορροπημένης διατροφής και της ένταξης φυσικής δραστηριότητας στην καθημερινότητά μας αποτελούν τον καλύτερο τρόπο πρόληψης του διαβήτη τύπου 2 , καθώς βοηθά στην διατήρηση των επιπέδων σακχάρου αίματος εντός των αποδεκτών ορίων. Στα άτομα με διαβήτη, δεν απαγορεύονται συγκεκριμένα τρόφιμα ή ομάδες τροφίμων, εκτός αν υπάρχει και κάποιο άλλο πρόβλημα υγείας, όπως νεφρά, δυσλιπιδαιμία κ.α. Χρειάζεται όμως προσοχή στη ποσότητα και στη συχνότητα των γευμάτων. Καλό είναι τα γεύματα να μην ξεπερνούν τα 5 την ημέρα, να αποτελούνται από 3 βασικά γεύματα και 2 σνακ-ενδιάμεσα, ή και αντίθετα να μην παραλείπετε γεύματα.
Σύμφωνα με την Ελληνική Διαβητολογική Εταιρεία, ένα διατροφικό πλάνο ασθενούς με διαβήτη δίνει βάση στις πρωτεΐνες υψηλής βιολογικής αξίας, αφού παρέχουν όλα τα απαραίτητα αμινοξέα και είναι πηγές σιδήρου και βιταμίνης Β12. Υψηλής βιολογικής αξίας πρωτεΐνης είναι τα άπαχα λευκά και κόκκινα κρέατα, τα λιπαρά ψάρια, τα αυγά, τα γαλακτοκομικά προϊόντα χαμηλών λιπαρών και τυριά. Θα καταναλώσετε και πρωτεΐνες χαμηλής βιολογικής αξίας μέσα στη μέρα σας, ώστε να συμπληρώσετε τις ημερήσιες ανάγκες σας σε πρωτεΐνη. Σημαντικός είναι επίσης ο καταμερισμός των υδατανθράκων σε όλα τα γεύματα της ημέρας. Οι φυτικές ίνες αποτελούν μία σημαντική κατηγορία υδατανθράκων, διότι επιβραδύνουν τη γαστρική κένωση, με αποτέλεσμα οι υδατάνθρακες να απορροφώνται πιο αργά και τα επίπεδα σακχάρου να αυξάνονται σταδιακά. Οι γυναίκες χρειάζονται 21-25γρ φυτικών ινών ημερησίως ενώ οι άντρες χρειάζονται 30-38γρ. Ενισχύστε την πρόσληψη φυτικών ινών με την κατανάλωση πρώτα σαλάτας στα κυρίως γεύματα, ωμών φρούτων και δημητριακών. Τα απλά σάκχαρα, τα οποία είναι μία άλλη κατηγορία υδατανθράκων, πρέπει να καταναλώνονται σε μέτρια ποσότητα (όχι να αποκλείονται), καθώς προκαλούν απότομη αύξηση του σακχάρου αίματος και άρα υπεργλυκαιμία, με επακόλουθη πτώση του σακχάρου και αίσθημα πείνας. Όσον αφορά στα λιπαρά, συστήνεται να καταναλώνονται μονοακόρεστα και πολυακόρεστα λιπαρά οξέα, όπως είναι το ελαιόλαδο, οι ανάλατοι ξηροί καρποί, το αβοκάντο, οι ελιές, τα λιπαρά ψάρια. Αντίθετα πηγές κορεσμένων λιπαρών όπως το βούτυρο, κρέμες μαγειρικής, fast-food, καλό είναι να μετριάζονται.
Επιπλέον, η Ελληνική Διαβητολογική Εταιρεία προτείνει η κατανάλωση αλατιού να μένει στα 6γρ/μέρα, δηλαδή ένα κουταλάκι του γλυκού, που είναι η ημερήσια συνιστώμενη δόση. Έτσι, μπορείτε να αποφεύγετε την προσθήκη αλατιού κατά το μαγείρεμα και τη συχνή κατανάλωση επεξεργασμένων προϊόντων.
Προσοχή χρειάζεται επίσης και το αλκοόλ , διότι τα ποτά περιέχουν υδατάνθρακες και μπορεί να εκθέσουν τους ασθενείς σε υπεργλυκαιμία, ή ακόμη και να παρατείνουν τη πτώση του σακχάρου μέχρι την επόμενη μέρα. Έτσι, ακόμη και παρουσία ποτού, καλό είναι να έχετε ένα σνακ μαζί, ώστε να αποφύγετε τυχόν υπογλυκαιμίες.